.
Ο αυτοκράτορας σταμάτησε και τον ρώτησε , πόσων χρόνων ήταν . “Τεσσάρων” , απάντησε ο γεροντάκος .
“Πάρτε του το κεφάλι … Λοιδωρεί και αστειεύεται με τον Αυτοκράτορά του” φώναξε έξαλλος ο αυτοκράτορας . “Δεν αστειεύομαι Άρχοντά μου …” συμπλήρωσε αμέσως ο γέροντας , “… οι συνετοί , δεν μετράνε τη ζωή τους , με τα χρόνια , που σπατάλησαν ανόητα .
Γι αυτό κι εγώ , θεωρώ , σαν πραγματική μου ηλικία , μόνο τον χρόνο , που διέθεσα στην υπηρεσία του Αυτοκράτορά μου και στο να είμαι χρήσιμο μέλος στην κοινωνία” .
Εντυπωσιασμένος τότε ο αυτοκράτορας , παρατήρησε “‘Ετσι όπως μετράς τα πράγματα , δεν θα ζήσεις αρκετά , για να δεις την καρυδιά σου να δίνει καρπούς” .
“Ναι…” απάντησε ο σοφός “… αλλά μια και οι παλαιότεροι φύτεψαν δέντρα , για να χαρούμε...
εμείς τους καρπούς τους , έτσι κι εγώ φυτεύω , για να φάνε και να έχουν να κερδίσουν πουλώντας τα , οι … μεταγενέστεροι” … “Εξαίρετα…” , έκανε ο αυτοκράτορας , και όπως απαιτούσε το έθιμο την εποχή εκείνη , όταν βρισκόταν μπροστά σε κάτι σοφό να το ανταμοίβει , έβγαλε ένα πουγγί με χρυσά νομίσματα , και το έδωσε στον γέρο .
Πανευτυχής ο σοφός , έκανε μια βαθιά υπόκλιση και είπε “Ω , άρχοντά μου , ενώ τα άλλα δέντρα , χρειάζονται σαράντα χρόνια για να καρποφορήσουν , το δικό μου δένδρο , απέδωσε αμέσως καρπούς” … “Μπράβο !” αναφώνησε ο αυτοκράτορας , και έδωσε στον γεροντάκο , άλλο ένα πουγγί με χρυσά νομίσματα . “Ω , τί ευτυχία…” φώναξε συγκινημένος ο γέρος , “…των άλλων τα δέντρα , δίνουν καρπούς , μία φορά τον χρόνο , ενώ το δικό μου , μου χάρισε δυο πλούσιες σοδιές μέσα σε λίγα λεπτά !” .
“Θαυμάσιο…” ανέκραξε ο αυτοκράτορας , και την ώρα , που ένα τρίτο πουγγί άλλαζε χέρια , γύρισε και είπε συνομωτικά στην ακολουθία του “Κύριοι , λέω να … του δίνουμε , προτού ο σοφός γέροντας από εδώ , ξετινάξει το βασιλικό ταμείο” .
“Πάρτε του το κεφάλι … Λοιδωρεί και αστειεύεται με τον Αυτοκράτορά του” φώναξε έξαλλος ο αυτοκράτορας . “Δεν αστειεύομαι Άρχοντά μου …” συμπλήρωσε αμέσως ο γέροντας , “… οι συνετοί , δεν μετράνε τη ζωή τους , με τα χρόνια , που σπατάλησαν ανόητα .
Γι αυτό κι εγώ , θεωρώ , σαν πραγματική μου ηλικία , μόνο τον χρόνο , που διέθεσα στην υπηρεσία του Αυτοκράτορά μου και στο να είμαι χρήσιμο μέλος στην κοινωνία” .
Εντυπωσιασμένος τότε ο αυτοκράτορας , παρατήρησε “‘Ετσι όπως μετράς τα πράγματα , δεν θα ζήσεις αρκετά , για να δεις την καρυδιά σου να δίνει καρπούς” .
“Ναι…” απάντησε ο σοφός “… αλλά μια και οι παλαιότεροι φύτεψαν δέντρα , για να χαρούμε...
εμείς τους καρπούς τους , έτσι κι εγώ φυτεύω , για να φάνε και να έχουν να κερδίσουν πουλώντας τα , οι … μεταγενέστεροι” … “Εξαίρετα…” , έκανε ο αυτοκράτορας , και όπως απαιτούσε το έθιμο την εποχή εκείνη , όταν βρισκόταν μπροστά σε κάτι σοφό να το ανταμοίβει , έβγαλε ένα πουγγί με χρυσά νομίσματα , και το έδωσε στον γέρο .
Πανευτυχής ο σοφός , έκανε μια βαθιά υπόκλιση και είπε “Ω , άρχοντά μου , ενώ τα άλλα δέντρα , χρειάζονται σαράντα χρόνια για να καρποφορήσουν , το δικό μου δένδρο , απέδωσε αμέσως καρπούς” … “Μπράβο !” αναφώνησε ο αυτοκράτορας , και έδωσε στον γεροντάκο , άλλο ένα πουγγί με χρυσά νομίσματα . “Ω , τί ευτυχία…” φώναξε συγκινημένος ο γέρος , “…των άλλων τα δέντρα , δίνουν καρπούς , μία φορά τον χρόνο , ενώ το δικό μου , μου χάρισε δυο πλούσιες σοδιές μέσα σε λίγα λεπτά !” .
“Θαυμάσιο…” ανέκραξε ο αυτοκράτορας , και την ώρα , που ένα τρίτο πουγγί άλλαζε χέρια , γύρισε και είπε συνομωτικά στην ακολουθία του “Κύριοι , λέω να … του δίνουμε , προτού ο σοφός γέροντας από εδώ , ξετινάξει το βασιλικό ταμείο” .